Η πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή για το φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης, καθώς και η αντίστοιχη για τον προϋπολογισμό, κατέδειξαν με εμφατικό τρόπο πως κάθε τόπος της χώρας μας χρήζει εξειδικευμένης αντιμετώπισης και δεν μπορεί κάθε νέο νομοθέτημα να εξισώνει συλλήβδην περιοχές με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά και ανάγκες.
Για αυτό και απαιτείται ο σχεδιασμός και υλοποίηση στοχευμένων περιφερειακών πολιτικών σε όλους τους βασικούς άξονες άσκησης πολιτικής. Αυτό θα σήμαινε πραγματική δικαιοσύνη και μάλιστα στον τομέα της φορολόγησης θα αποδείκνυε ότι υπάρχει η ενδεδειγμένη πρόνοια από πλευράς πολιτείας για την ανακοπή της δημογραφικής συρρίκνωσης της ελληνικής επαρχίας.
Μια σύγχρονη και καινοτόμα ματιά στη φορολόγηση των πολιτών που βιώνουν ανυπέρβλητες δυσκολίες, ζώντας κάτω από αντίξοες συνθήκες σε απομακρυσμένους Νομούς της χώρας, θα ήταν η πιλοτική εφαρμογή ενός ειδικού οικονομικού και φορολογικού καθεστώτος σε περιοχές όπως η Δράμα, με την ιδιαίτερη γεωγραφική θέση που έχει στα σύνορα της πατρίδας μας, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη Βουλγαρία όπου ισχύει ένα εντελώς διαφορετικό φορολογικό καθεστώς. Τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να είναι η μείωση του ΦΠΑ και η μείωση της φορολογίας, η υιοθέτηση ειδικών κινήτρων για τη δημιουργία και διατήρηση επιχειρήσεων, η θέσπιση επιδόματος παραμεθορίου, καθώς και η αυτοματοποιημένη πληρωμή φόρων με την εξόφληση κάθε τιμολογίου.
Αντίθετα, η κυβέρνηση παραμένει δογματική στην αύξηση της φορολογίας, θεωρώντας ως εύκολα θύματα τους ελεύθερους επαγγελματίες, στους οποίους επέβαλε κεφαλικό φόρο, αποδεικνύοντας πως βρίσκεται πολύ μακριά από τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν στην ίδια την κοινωνία. Μετά από την άσκηση έντονων πιέσεων και αφού οι Βουλευτές της πλειοψηφίας υπερθεμάτιζαν περί του αντιθέτου, εξαιρέθηκαν από τα τεκμήρια τα καφενεία που λειτουργούν σε χωριά μέχρι 500 κατοίκους. Λες και τα άλλα μικροκαταστήματα στα ίδια χωριά δραστηριοποιούνται σε διαφορετικό περιβάλλον ή τα αντίστοιχα καφενεδάκια σε χωριά με λίγο μεγαλύτερο πληθυσμό είναι το ίδιο με τα καταστήματα εστίασης στο κέντρο της Αθήνας.
Πρόκειται για μια ακόμη πλήρης αποδοχή ότι τα κυβερνητικά στελέχη είναι αποκομμένα, μακριά από τον κόσμο και τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της θέρμανσης, όπου στην Αθήνα άρχισε να χρησιμοποιείται μόλις στα τέλη Νοεμβρίου. Στη Δράμα όμως θερμαντικά μέσα βρίσκονται σε λειτουργία από τις αρχές Οκτωβρίου. Η όποια επίκληση στο επίδομα θέρμανσης προκαλεί θυμηδία, καθώς μοιάζει με σταγόνα στον ωκεανό, ειδικά για κατοίκους σε ορεινές περιοχές όπως το Νευροκόπι και το Παρανέστι, όπου υπάρχει ανάγκη για θέρμανση από τις αρχές Σεπτεμβρίου.
Επιπλέον, η επίλυση των έντονων προβλημάτων σε περιοχές της ελληνικής επαρχίας, όπως η Δράμα, μπορεί να επέλθει μόνο με την παροχή κινήτρων, έτσι ώστε να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Γενικού Νοσοκομείου της Δράμας, όπως και του αντίστοιχου της Ξάνθης, τα οποία βρίσκονται στα όρια της κατάρρευσης λόγω της υποστελέχωσής τους σε καίριες κλινικές, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τον παθολογικό τομέα. Η μέχρι τώρα προσέγγιση είναι εντελώς επιδερμική και η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας αρκείται σε προσωρινές λύσεις και μπαλώματα, με την έκτακτη μετακίνηση ιατρών από άλλα Νοσοκομεία. Ισότιμη αντιμετώπιση των πολιτών από το κράτος σημαίνει θεσμοθέτηση γενναίων κινήτρων για να επιλέξουν συνειδητά γιατροί και λοιπό προσωπικό να εργαστούν στις δυσπρόσιτες και μειονεκτικές περιοχές της πατρίδας μας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να δοθεί οριστική λύση στο πρόβλημα.
Οι περιοχές της ελληνικής επαρχίας, όπως η Δράμα, είναι ευλογημένοι τόποι με ευγενικούς και φιλόξενους κατοίκους, παρά το πλήθος των αντιξοοτήτων που καλούνται να υπερβούν σε καθημερινό επίπεδο. Όμως, για να υπάρχει ζωή στην ακριτική Ελλάδα θα πρέπει επιτέλους να υπάρξει ειδική μέριμνα. Εκτός και αν, όπως αποδεικνύει η κυβέρνηση, σημασία δεν έχει το πόσοι είμαστε, πως ζούμε και τι αντιμετωπίζουμε, αλλά το πόσο πρέπει να πληρώνουμε.