Του Τηλέμαχου Τσελεπίδη
Το Περιθώρι ανήκει στο Γεωγραφικό Διαμέρισμα της Μακεδονίας, στην Περιφέρεια της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, στην Περιφερειακή Ενότητα Δράμας, στο Νομό Δράμας και στο Δήμο Κάτω Νευροκοπίου, σύμφωνα με την διοικητική διαίρεση της Ελλάδας, όπως διαμορφώθηκε, τελικά, με το πρόγραμμα «Καλλικράτης» (Ν. 3852/2010). Το Περιθώρι έχει γεωγραφικό πλάτος 41,3115593488 και γεωγραφικό μήκος 23,7748805664. Κατά τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας με το σχέδιο «Καποδίστριας» (Ν. 2539/1997) μέχρι το 2010, το Περιθώρι ανήκε στο Τοπικό Διαμέρισμα Περιθωρίου, του πρώην Δήμου ΚΑΤΩ ΝΕΥΡΟΚΟΠΙΟΥ του Νομού ΔΡΑΜΑΣ.
Το χωριό είναι χτισμένο πάνω σε ανατολική ηλιόλουστη λοφοπλαγιά με παραδοσιακά σπίτια σε πολύ καλή κατάσταση κι έχει συνολική έκταση 32.200 στρέμματα σε υψόμετρο 619 μέτρων, απέχει από την Δράμα 54 χλμ. Το ιστορικό κεφαλοχώρι απελευθερώθηκε στις 04.07.1913 από τους Τούρκους και τους Βουλγάρους. Με το διάταγμα, ΦΕΚ Α-251/13.11.1919, ονομάστηκε κοινότητα Στάρτιστας και περιλαμβάνονταν στην κοινότητα και οι οικισμοί της Κάτω Βροντού και του Δασωτού (Κουμανίτσι). Ο πρώτος οικισμός αποσπάστηκε από την κοινότητα με το ΦΕΚ 44/26.2.24 κι ο δεύτερος με το βασιλικό διάταγμα ΦΕΚ 144/6.6.47 και αποτέλεσαν αυτοτελείς δικές τους κοινότητες, ενώ με άλλο νόμο ΦΕΚ 76/1.4.1927 η Στάρτιστα μετονομάστηκε σε Περιθώρι.
Έχει πολλά ξωκλήσια, αλλά και τη μεταβυζαντινή τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική εκκλησία του Αγίου Νικολάου η οποία αποπερατώθηκε στις 7.3.1835. Διαθέτει ένα εντυπωσιακό καμπαναριό κτισμένο το έτος 1911 με λαξευτή πέτρα. Ο ναός έχει τοιχοποιία, αρμολογημένη και διακοσμημένη εξωτερικά με πλίνθινους σταυρούς. Τα ξυλόγλυπτα της εκκλησίας είναι του έτους 1847 και οι εικόνες από το 1859 και το 1864.
Επίσης υπάρχει και ο μεταβυζαντινός ναός της Ζωοδόχου Πηγής, μια εκκλησία αξιόλογη με εικόνες του αγιογράφου Στέργιου Γεωργιάδη των ετών 1859, 1865 και 1877. Είναι τρίκλιτη βασιλική με καμαρωτή στέγη που χτίστηκε το 1876 (1 σελ.5)
Ψηλά σε λοφίσκο υπάρχει εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία που οι χωρικοί εορτάζουν πανηγυρικά κάθε χρόνο στις 20 Ιουλίου. Από το Περιθώρι ξεκινάει δασικός δρόμος που οδηγεί στο πανέμορφο παρθένο δάσος της Κύκλας μέσα από οξιές και πλατύφυλλα.
Το Περιθώρι παράγει, κυρίως, πατάτες και φασόλια.
Βορειοανατολικά του Περιθωρίου βρίσκονται τα οχυρά Μαλιάγκα του Μεταξά σε ύψος 905 μέτρων, στα οποία ήταν εγκατεστημένη η 2η αμυντική ελληνική πυροβολαρχία της Δ΄ μοίρας πυροβολικού και τα οποία οχυρά εποπτεύουν όλο τον κάμπο του Λεκανοπεδίου. Κατά την εισβολή των Γερμανών κράτησαν τον εχθρό από την 6η έως και την 9.4.1941. Χάρη στους ηρωικούς μαχητές και εύστοχους πυροβολητές της ελληνικής πυροβολαρχίας, η 72α Γερμανική μεραρχία δέχτηκε βαριά πλήγματα και είχε τρομαχτικές απώλειες. Τα οχυρά δεν νικήθηκαν ποτέ.
Ο Ελληνικός στρατός, στο ψηλότερο σημείο του λόφου, κατασκεύασε μαρμάρινη στήλη, μνημείο με τα ονόματα των υπερασπιστών, οι οποίοι έπεσαν για την υπεράσπιση της ακεραιότητας της πατρίδας, ενώ την στήλη επιστέφει αετός με αναπεπταμένα φτερά κι από πάνω κυματίζει μόνιμα η γαλανόλευκη. Αλλά και οι εχθροί τιμήθηκαν από τους ευγενείς έλληνες με μεταλλικό σταυρό, όσοι έπεσαν εκεί, στις προσωπικές μάχες για την εκπόρθηση των οχυρών. Εδώ υπάρχουν πυροβολεία ανατιναγμένα και τα οχυρά σφραγισμένα. Αυτά τα ιστορικά οχυρά και οι στρατώνες, δημόσια κτίρια πολύτιμα, μένουν σήμερα ανεκμετάλλευτα και εγκαταλειμμένα.
Ο Γερμανός στρατηγός Πάουλ Χασσέ παραδέχτηκε. «Τα επιτιθέμενα συντάγματά μας είχαν πείρα διάσπασης οχυρωμένων γραμμών από προηγούμενες εκστρατείες. Όμως οι Έλληνες φρουροί των οχυρών αμύνθηκαν, παρά τα φλογοβόλα και τις χειροβομβίδες μας, με σκληρό φανατισμό, ανάλογο των οποίων δεν συναντήσανε οι Γερμανοί στρατιώτες μας σε καμιά από τις προηγούμενες εκστρατείες τους. Έστω και ένας στρατιώτης Έλληνας να έμενε μέσα στο οχυρό του, μας πυροβολούσε.»
Οι Γερμανοί είχαν πεισθεί, καθώς επιχειρούσαν συνδυασμένες επιθετικές ενέργειες με ειδικές δυνάμεις πεζοπόρων τμημάτων, αρμάτων μάχης και αεροπορίας, ότι τα οχυρά του Περιθωρίου, όπως ήταν συνδεδεμένα αμυντικά, ήταν απόρθητα. Γιατί τα οχυρά, παρά την ισχυρά πίεση, δεν έπεφταν. Πράγματι, ενώ ορισμένα ήταν απομονωμένα μεταξύ τους, είχαν όμως τόσο καλά μελετηθεί από το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο Στρατού ώστε η αλυσιδωτή αλληλοκάλυψη τους ήτανε ιδανικά αποτελεσματική. Άλλωστε σε όσα οχυρά δεν υπήρχε ανώμαλο έδαφος είχαν προβλεφθεί αντιαρματικά εμπόδια, βράχοι, τσιμεντένιες πυραμίδες και συρματοπλέγματα, καθιστώντας έτσι δύσκολη την πρόσβαση μηχανοκίνητων οχημάτων και πεζών.
Στις 7.4.41 ο εχθρός άρχισε από τις 5 το πρωί καταιγιστικά πυρά πάνω στο οχυρό Περιθώρι. Τη νύχτα οι Γερμανοί κατόρθωσαν να διεισδύσουν στο χωριό και έτσι ήρθαν στα νώτα των υπερασπιστών του οχυρού, ενώ το πεζικό με πυκνά πυρά ετοιμάζεται για την τελική εξόρμηση. Οι αγωνιστές του οχυρού ανταπαντούν με καταιγιστικά πυρά από όλα του τα στόμια. Άλλα τμήματα του εχθρού, στις 8 το βράδυ, ανεβαίνουν πάνω στο δεξί τμήμα του οχυρού. Ρίχνουν χειροβομβίδες και φλογοβόλα μέσα στις στοές και ύστερα δοκιμάζουν να εισχωρήσουν κάτω στις αίθουσες. Διατάσσετε τότε από ελληνικής πλευράς να σβηστούν όλα τα φώτα μέσα στο φρούριο. Έπεσε βαθύ σκοτάδι. Οι Γερμανοί μπαίνουν και κατεβαίνουν μέσα στο φρούριο. Και τότε μέσα στα λαγούμια και τους διαδρόμους αρχίζει μάχη σώμα με σώμα. Εκρήξεις οβίδων να χτυπούν στα τοιχώματα, κλαγγές όπλων να στριγκλίζουν και να ακούγονται πυροβολισμοί και ουρλιαχτά χτυπημένων Γερμανών.
Σε λίγο έχουν όλοι οι εισβολείς εξουδετερωθεί και εξοντωθεί. Οι αγωνιστές όμως συνεχίζουν απτόητοι. Βγαίνουν έξω στην επιφάνεια και αντεπιτίθενται με μανία. Οι Γερμανοί στρατιώτες εγκαταλείπουν άταχτα τις προσπάθειες κι απομακρύνονται. Στο πεδίο της μάχης και γύρω τριγύρω, αλλά και μέσα στο οχυρό, εκατοντάδες τα πτώματα. Νεκροί Γερμανοί στρατιώτες και βαθμοφόροι. Και λάφυρα πολλά. Έξι πολυβόλα, τρία οπλοπολυβόλα, σαράντα τρία τουφέκια, μια συσκευή καπνογόνου και πάρα πολλά πυρομαχικά.
Το οχυρό του Περιθωρίου είναι βορειοδυτικά του ομώνυμου χωριού στην ανατολική πλαγιά του Μαύρου βουνού. Ελέγχει τους δρόμους προς τη Βροντού και τις Σέρρες και συνεργάζεται με τα οχυρά Παρταλούσκα, νοτιοανατολικά του χωριού και Μαλιάγκα, βόρεια του χωριού. Στα τρία στεγανά συγκροτήματά του υπάρχουν 249 οπλίτες και 7 αξιωματικοί υπό την διοίκηση του λοχαγού Σπύρου Δαράτου. Διαθέτουν τρία αντιαρματικά των 37,2, δεκαοκτώ πολυβόλα, 3 οπλοπολυβόλα, λίγους όλμους και 11 βομβιδοβόλα. Τα πυρομαχικά τους είναι περιορισμένα. Να πως περιγράφεται, συνοπτικά, η Γερμανική επίθεση της 8ης Απριλίου 1941, πάνω στα οχυρά του Περιθωρίου, από τη Διεύθυνση της Ιστορίας Στρατού.
«Προσπάθειες των Γερμανών, κατά τη διάρκεια της νύχτας, να εκπορθήσουν τα Οχυρά Μαλιάγκα και Περιθώρι απέτυχαν. Αντεπίθεση που εκτοξεύτηκε κατά των Γερμανικών τμημάτων που είχαν επικαθίσει στην επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι, προσέλαβε μορφή αγώνα σώματος προς σώμα και τελικά οι Γερμανοί υποχώρησαν άτακτα. Από τις 12.45 το Οχυρό, καθώς και τα παρακείμενα υψώματα, δέχτηκαν επίθεση δύο περίπου συνταγμάτων Πεζικού, τα οποία μετά τρίωρο αγώνα καθηλώθηκαν με σημαντικές απώλειες» (2 σελ.171).
Αλλά στις τέσσερις το πρωί οι επιδρομείς επανέρχονται κατά κύματα με πεζικό κι άρματα μάχης. Ένα άρμα αχρηστεύετε στην πλαγιά του οχυρού κι άλλα τρία ακινητοποιήθηκαν πιο κάτω. Οι Γερμανοί οπισθοχωρούν και πάλι, αλλά επανέρχονται δριμύτεροι στις 8.30 το πρωί. Αυτή τη φορά αδειάζουν πάνω στο απόρθητο οχυρό βροχή βλημάτων. Αιχμή πυρός τα άρματα, η αεροπορία και το πυροβολικό. Οι Έλληνες μαχητές δεν έχουν καμία αεροπορική κάλυψη ή μηχανοκίνητα. Αλλά το οχυρό αντέχει και οι λεοντόκαρδοι αγωνιστές του αμύνονται αποτελεσματικά και πάλι καίτοι τα πυρομαχικά τους κοντεύουν να τελειώσουν. Το οχυρό δεν παραδίδεται. ( 3 σελ.199-200) Τη νύχτα της 9.4.41 οι υπερασπιστές του οχυρού Περιθωρίου, πυροβολητές της Δ΄ μοίρας πεδινού πυροβολικού, οπλισμένοι οι περισσότεροι με παλιά τουφέκια λεμπέλ, διέθεταν ελάχιστες σφαίρες, ενώ βάλλονταν από τάγμα Γερμανών. Τότε τολμούν έξοδο με ξιφολόγχες, διαλύουν το γερμανικό τάγμα και πιάνουν 160 Γερμανούς αιχμαλώτους μεταξύ των οποίων και το Γερμανό διοικητή. (4 σελ.194)
Ήταν η τελευταία νίκη του Οχυρού Περιθωρίου. Γιατί στο μεταξύ η Γιουγκοσλαβική αντίσταση στα νότια της χώρας αυτής, αμέσως, κατέρρευσε και κύμα από ισχυρές μηχανοκίνητες Γερμανικές δυνάμεις της 2ας τεθωρακισμένης μεραρχίας μπήκαν από τη Δοϊράνη στο Ελληνικό έδαφος, το οποίο δεν είχαμε επαρκώς οχυρώσει, με την ελπίδα ότι οι Σέρβοι θα τους κρατήσουν μακριά από τα σύνορά μας.
Στις 8.4.41 ο Διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Μπακόπουλος ζήτησε από το Γερμανό Μέραρχο Φάιελ την κατάπαυση του πυρός σε όλο το μέτωπο. Επακολούθησε η συνθηκολόγηση. Έτσι αφού σε όλα τα άλλα μέτωπα τα πάντα είχαν πια χαθεί αναγκάστηκαν και οι υπερασπιστές των οχυρών μας να καταθέσουν κι αυτοί τα όπλα. Αλλά ανίκητοι. Γι’ αυτό και τιμήθηκαν όπως τους έπρεπε, ως νικητές, από τους Γερμανούς αξιωματικούς που, προς τιμή τους, ξέρουν να τιμούν τους αληθινούς ήρωες. Ο στρατάρχης Φον Λίστ παραδέχτηκε.
«Οι ‘Έλληνες υπερασπίστηκαν την πατρίδα τους με γενναιότητα.» Και συνέστησε σε ημερήσια διαταγή του στους Γερμανούς στρατιώτες, «…να αντικρίζουν και να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους πολέμου όπως αξίζει σε γενναίους στρατιώτες.» Και ο Αδόλφος Χίτλερ όμως σε λόγο του στο Ράϊχσταγ είπε.
«Η ιστορική δικαιοσύνη με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι, απ’ όλους τους αντιπάλους που αντιμετωπίσαμε, ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε με πολύ ηρωισμό κι αυτοθυσία. Συνθηκολόγησε μονάχα όταν διαπίστωσε ότι η αντίστασή του πια δεν ήταν δυνατή γιατί δεν είχε αντίκρισμα».
Ο Νικόλαος Σχοινάς (1845-1921), ταγματάρχης μηχανικού που επισκέφτηκε το 1886 τη Μακεδονία γράφει. Η Στάρτιστα «…κείται εις το δυτικό άκρον κοιλάδος και εις τους πρόποδας λόφων εχόντων δένδρα. Οικείται υπό 200 οικογενειών, ων τα μεν 3/4 εισί χριστιανοί ελληνόφωνοι και βουλγαρόφωνοι το δε 1/4 Οθωμανοί. Έχει εκκλησία, τέμενος, σχολείο αρρένων, δύο χάνια και καλά ύδατα.» (5 σελ. 440)
Ο Δραμινός δημοσιογράφος Νίκος Καπετανάκης μας πληροφορεί ότι, επιτροπή του Ελληνικού Υπουργείου Στρατιωτικών, που συστήθηκε με βάση τον νόμο 4413/193, τίμησε με δίπλωμα και μετάλλιο τους μακεδονομάχους της Στάρτιστας, ήτοι τον Ηλία Αβρυώνη, τον Ιωάννη Τοπάλη και τον Βλαχτάση. Τα χτυπήματα των τσεκουριών των κομιτατζήδων στους τοίχους των σπιτιών τους με τα οποία κατακρεούργησαν τους γονείς των παραπάνω παλικαριών, γιατί αυτοί ήταν αντάρτες στο βουνό, σώζονται ακόμη. (5 σελ.37) Όμως και οι Αφοί Νάκου, Κώστας, Γιώργος και Γιάννης όπως και ο Ιωάννης Ζιώγας τιμήθηκαν επίσης, κατά τον ίδιο τρόπο, για την προσφορά τους στον Μακεδονικό αγώνα. (6 σελ.326)
Ο Γεώργιος Χατζηκυριακού, που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1863, ως Επιθεωρητής των Σχολείων των Ελλήνων της Μακεδονίας, τοποθετημένος από το Ελληνικό κράτος στο Γενικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης, έρχεται στην περιοχή τα έτη 1905-1906 και περιγράφει τις εντυπώσεις του. Ο εξαίρετος αυτός πατριώτης με την πλούσια κλασσική παιδεία και φιλολογική κατάρτιση, γράφει σχετικά για το Περιθώρι, που τότε λεγόταν τότε Στάρτιστα.
«Μετά από μιάμιση ώρα δρόμου από την Κάτω Βροντού, στη δύση του ήλιου, έφτασα στο χωριό Στάρτσιστα, που βρίσκεται στις υπώρειες μιας κορυφής συνεχόμενης νοτιοδυτικά του Καρά-Δαγ. Έχω συστατική επιστολή από τις Σέρρες να πάω στην πατριαρχική οικογένεια των Αφών Ζιώγα που διαθέτουν ξενώνα και παρέχουν άσυλο σε κάθε Έλληνα που έρχεται στην περιοχή τους.
Με δέχτηκαν με πολύ χαρά και με περιποιήθηκαν. Την μεθεπόμενη μέρα, πριν φύγω, περιεργάστηκα τη δική μας μικρή κοινότητα που αποτελείται από 28 οικογένειες Ορθοδόξων Ελλήνων Πατριαρχικών που ζουν ανάμεσα σε 300 σχισματικούς και 120 Οθωμανούς. Η δική μας κοινότητα διατηρεί εκκλησία σεμνή και καθαρή κι ένα καινούργιο σχολείο φτιαγμένο με μεράκι και ζήλο, ευάερο και με αρκετές αίθουσες που επαρκούν για να μαθαίνουν καλά τα παιδιά ελληνικά γράμματα. Οι κάτοικοι φιλόξενοι, όταν τους επισκέφτηκα στα σπίτια τους, έκαναν το παν να με κεράσουν και να με ευχαριστήσουν.(6 σελ.246 και 7 σελ. …)
Ειδικότερα, αναφερόμενος στο σχολείο, λέει ότι «το νεόδμητο σχολείο» είναι το «ζηλουτότερο της εκκλησίας», διαστάσεων 15 επί 12 μέτρα το οποίο ανήγειρε η αδελφότητα ο «Ευαγγελισμός» με την ευεργετική προσφορά του καπνεμπόρου Δοξάτου κ. Αθανασίου Γεωργιάδη.(1 σελ. 6)
Από το βιβλίο της ιστορίας της Δράμας του εκλεκτού συγγραφέα Φώτη Τριάρχη, του οποίου η προσφορά στην ιστορική αυτογνωσία των Δραμινών είναι πολύτιμη κι ανεκτίμητη, παίρνω κάποια στοιχεία τα οποία παραθέτει Έλληνας δημοσιογράφος που επισκέφτηκε την περιοχή αυτή και έστειλε ανταπόκριση στην Αθηναϊκή εφημερίδα «Άστυ» που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 3.5.1905. Γράφει. «Κατά την επιστροφή μου στην Αθήνα από τις Σέρρες που βρισκόμουν, πέρασα κι από την κωμόπολη Στάρτιστα την οποία ήθελα να γνωρίσω και από κοντά. Γιατί πολλά λέγονταν κι ακούγονταν δια την ευγένεια και την φιλοξενία των χριστιανών κατοίκων της και για τη δυναμική αντίσταση και πάλη των Ελλήνων βλάχων με τους Βουλγάρους.» Και συνεχίζει ο δημοσιογράφος.
«Δε θυμάμαι ποιος Έλληνας πρόξενος έχει ονομάσει την ελληνική αυτή κοινότητα το «Σούλι της Μακεδονίας», γιατί είναι πράγματι, μετά το Νευροκόπι, ο τελευταίος προμαχώνας άμυνας των Ελλήνων κατά των Βουλγάρων.
»Το ανεκπλήρωτο όνειρο της ελληνικής κοινότητας του χωριού, ήταν να κτίσουν ένα σχολείο. Μέχρι τότε χρησιμοποιούσαν το νάρθηκα της εκκλησίας ή ένα δωμάτιο ενός σπιτιού, ως διδακτήριο. Η άδεια επιτέλους δόθηκε από τις τουρκικές αρχές. Το πρωί της Κυριακής των Μυροφόρων βρέθηκα στην αρχιερατική λειτουργία στο μικρό ναό όπου ο Επίσκοπος κήρυξε τον θείο λόγο. Μετά τη θεία λειτουργία επισκέφτηκα, μαζί με τον εξαίρετο Μητροπολίτη, τους προκρίτους της Ορθόδοξης Κοινότητας. Θαύμασα τη σύνεση και τη φρονιμάδα, αλλά και τον πατριωτισμό και τη δραστηριότητά τους. Μετά, το μεσημέρι, ο Σεβασμιότατος κ.κ. Θεοδώρητος έλεγξε τους λογαριασμούς της εκκλησίας και ύστερα διόρισε μια τετραμελή επιτροπή από τα αδέλφια Νάκου, τον Κώστα, τον Γιώργο και τον Γιάννη και τον Ζιώγα Ιωάννη, η οποία επιτροπή θα διευθύνει και θα εποπτεύει στην ανέγερση του σχολείου. Την μεθεπόμενη και παρουσία των προκρίτων χριστιανών, του στρατιωτικού διοικητή του εδρεύοντος εκεί Αυτοκρατορικού στρατού υπολοχαγού Πελεαζήμη και επισήμων μωαμεθανών, διαβάστηκε από το στρατιωτικό εκπρόσωπο το φιρμάνι του σουλτάνου που έδινε την άδεια για την ανέγερση του σχολείου. Ο μητροπολίτης Θεοδώρητος τοποθέτησε το θεμέλιο λίθο και έβγαλε λόγο στα τουρκικά, κατάλληλο για την περίσταση, μέσα σε μεγάλη χαρά και συγκίνηση όλων των παρισταμένων.» (6 σελ.219-220)
Και συνεχίζει ο ανταποκριτής της εφημερίδας με έμφαση.
«Δεκαπέντε οικογένειες Ελλήνων του χωριού, εδώ και τριάντα χρόνια, αντιμάχονται ανταγωνιζόμενοι πολυάριθμες οικογένειες Βουλγάρων σχισματικών και έχω την εντύπωση ότι μπορεί να παλέψουν για αιώνες χωρίς να υπάρχει φόβος, έστω κι ένας Έλληνας, να εκβουλγαριστεί.» (6 σελ.219-220)
Φαίνεται, συμπληρώνει ο Φώτης Τριάρχης, οι Τούρκοι της Στάρτιστας συμπαθούσαν τους Έλληνες ομοχώριους τους γιατί ο Χουσεΐν Αγάς, ένας από τους Τούρκους προύχοντες του χωριού, ενήργησε ο ίδιος προσωπικά στην Υψηλή Πύλη ώστε να εκδοθεί ο σχετικός «μαλβατάς» για την ανέγερση του ελληνικού σχολείου της Στάρτιστας.
Όμως τα επόμενα έτη οι ανταγωνισμοί και οι φανατισμοί μεταξύ των δύο υπόδουλων στους Τούρκους κοινοτήτων, των Ελλήνων και των Βουλγάρων, θα οξυνθούν επικίνδυνα. Οι Βούλγαροι θα δημιουργήσουν έκτροπα και κακουργήματα με πρωταγωνιστές πάντα τους κομιτατζήδες οι οποίοι δρούσαν ασύδοτοι. «Τη νύχτα της 20.6.1907 Εξαρχικοί δολοφονούν τον Έλληνα πρόκριτο Κωνσταντίνο Τοπάλη, ετών 67, μαζί με τον ανεψιό του Δημήτριο Ναθαναήλ ετών 28, μέσα στο σπίτι τους.» (6 σελ.221)
Το Περιθώρι, που παλαιότερα ήταν καπνοχώρι, την πενταετία 1926-30 είχε ετήσια, μέσον όρο, 370 άδειες καπνού και περί τις δύο χιλιάδες στρέμματα καλλιεργούμενα καπνοχώραφα. (7 σελ. 118-119)
Τη δεκαετία του 1900 στη Στάρτιστα λειτουργούσε ελληνικό σχολείο με 45 μαθητές και μαθήτριες. Το 1901 υπήρχε στο χωριό πολιτιστικός σύλλογος ο «Ευαγγελισμός». Τη μισθοδοσία των δασκάλων κάλυπτε η ελληνική κοινότητα μαζεύοντας κάθε χρόνο 40 λίρες.(10)
Εδώ πρέπει να πούμε ότι το Περιθώρι είχε υψηλό πολιτιστικό επίπεδο. Στη Δυτική Μακεδονία διέπρεψε ένας σημαντικός ζωγράφος και αγιογράφος που κατάγονταν από το Περιθώρι. (8 σελ. 68)
Όμως από τον μητροπολίτη Νικόδημο (1900-1903) πληροφορούμαστε ότι το 1900 που υπήρχε μεγάλη οικονομική κρίση οι κάτοικοι δυσκολεύονταν να μισθοδοτήσουν το δάσκαλο ο οποίος είχε 40 μαθητές.
«Η Στάρτιστα που θα μπορούσε να είναι κέντρο ολόκληρης της περιφέρειας ώστε να επανέλθουν οι σχισματικοί στην Ορθοδοξία. Να διαδοθεί εκτός από την Στάρτιστα κι αλλού η ελληνική γλώσσα, διότι καίτοι Έλληνες οι κάτοικοι ομιλούν την Βουλγαρική, ιδίως οι γυναίκες. Γι’ αυτό, γράφει ο μητροπολίτης Νικόδημος, δραστηριοποιήθηκε η Ελληνική Κοινότητα της Στάρτιστας μαζί με την αδελφότητα «Ευαγγελισμός» και έκτισαν σχολικό κτίριο για να πάνε σχολείο τα παιδιά της κωμόπολης.(9)
Άλλωστε αυτή η φοβερή διείσδυση των Βουλγάρων έκανε τον D. M. Brancoff να δημοσιεύσει ότι δεν υπάρχουν σχεδόν Έλληνες στην περιοχή Νευροκοπίου.(10)
Το τέλος της 10ετίας των πρώτων δέκα χρόνων του 19ου αιώνα βρίσκει την Στάρτιστα με 200 οικογένειες χριστιανικές από τις οποίες οι 50 είναι βουλγαρόφωνες. Έχουν ένα παλιό ελληνικό σχολείο με αρκετούς μαθητές στο δημοτικό και το νηπιαγωγείο. Κύρια παραγωγή του χωριού είναι ο καπνός, κάπου 80 χιλιάδες οκάδες το χρόνο. Ο Πολιτιστικός σύλλογος του χωριού «Ηώς του Όρβηλου» φρόντιζε για τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων και στις προθέσεις των μελών του ήταν να χτίσουν και παρθεναγωγείο. Το σχολείο του χωριού επιχορηγούσε από το 1880 ο Άγγλος πρόξενος στη Δράμα και μεγαλέμπορος Κάρολος Ασλάν.
Από την Στάρτιστα είναι ο μακεδονομάχος καπετάνιος Θεόδωρος Βλαχτάτσης ο οποίος σχημάτισε ένοπλη ομάδα κι από το 1902 μέχρι το 1908 έγινε ο φόβος κι ο τρόμος των κομιτατζήδων. Όταν με την εκεχειρία των Νεότουρκων παρέδωσαν τα όπλα όλοι οι μακεδονομάχοι ήρθε και κατοίκησε κι έζησε στην Προσοτσάνη μέχρι τον θάνατό του.
Στην κωμόπολη αυτή άνοιξε για βιοπορισμό καφενείο με το όνομα «Στάρτιστα». Όλοι γνώριζαν τον μακεδονομάχο μπαρμπα-Θόδωρο με το αυλακωμένο, αυστηρό και περήφανο πρόσωπο και τα ανασκουμπωμένα μανίκια Χειμώνα-Καλοκαίρι και τιμούσαν τον άνθρωπο. Ήταν πολύ στενός συνεργάτης του μητροπολίτη Ζιχνών και Νευροκοπίου Θεοδώρητου και πολύ ανδρείος άνδρας.
Η Στάρτιστα, σαν μεγάλο χωριό, ήταν πάντα στο στόχαστρο των κομιτατζήδων σε όλο το Μακεδονικό αγώνα αλλά και πριν και μετά. Οι κάτοικοί του, φλογεροί πατριώτες αντιστέκονταν στις πιέσεις, τους εκβιασμούς και ενίοτε τις δολοφονίες των οργάνων της Σόφιας ιδιαίτερα από την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας στις 27.02.1870 και κυρίως τη δεκαετία του 1880 και μετά. Αξιόλογοι άνδρες πολλοί, αναφέρουμε στην παραπάνω 10ετία τους Αθανάσιο Γεωργιάδη, τον Αθανάσιο Νάκο, το δάσκαλο Χρήστο Γεωργιάδη, το Θεόδωρο Γεωργιάδη, τον Παπαδημήτρη από τα Τρίκαλα και άλλους. Ο τελευταίος κατέληξε το 1903 στο Μοναστηράκι ύστερα από πολλές περιπέτειες με τους κομιτατζήδες και κατά τον ερευνητή κ. Βασίλη Πασχαλίδη δισέγγονος του είναι ο γιατρός στο Γενικό Νοσοκομείο Δράμας κ. Κώστας Παπαδημητρίου. (11)
Η ελληνική κοινότητα του Περιθωρίου είχε αρκετά θύματα από τους κομιτατζήδες και τους φανατικούς σχισματικούς Βουλγαρίζοντες κατοίκους του. Ο οικτρός θάνατος του δολοφονημένου ιερέα του χωριού παπα-Γιάννη το 1901 από τους κομιτατζήδες σοκάρισε κυριολεκτικά και φόβισε τόσο πολύ τους Έλληνες, ώστε το χωριό το 1905 παραδόθηκε αμαχητί στη βουλγαρική διείσδυση.(1 σελ.5)
Σήμερα στο Περιθώρι δραστηριοποιείται ο Πολιτιστικός Σύλλογος Περιθωρίου τηλ. 25230-31256 που ιδρύθηκε το 1983 και ευτύχισε επί προεδρίας του Καθηγητή Νικόλαου Καψαχείλη να ανθίσει και να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά του πολιτισμού όχι μόνο του Περιθωρίου, αλλά και ολοκλήρου του Λεκανοπεδίου. Χορευτικά, μουσικά, θεατρικά τμήματα και πλείστες άλλες κοινωνικές ψυχαγωγικές και παιδαγωγικές εκδηλώσεις, πλαισιωνόταν τόσο από τους νέους του χωριού όσο και από τους μεγάλους. Επίσης και ο Αθλητικός Ποδοσφαιρικός Σύλλογος Περιθωρίου «ο Ατρόμητος» τηλέφωνο 2530-31324 που ιδρύθηκε το 1970. Στην ομάδα επί σειρά ετών ήταν πρόεδρος και προπονητής του συλλόγου ο Γιώργος Ζυμπίδης. Η ομάδα Περιθωρίου παίζει στην ερασιτεχνική κατηγορία του νομού Δράμας με σημαντικές επιτυχίες.
Το 2001 ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό, ως παλιννοστούντες από τη Γεωργία, 32 ελληνικές ομογενειακές οικογένειες, ήτοι άτομα 107. Τα απογραφικά πληθυσμιακά στοιχεία μέχρι την τελευταία απογραφή έχουν ως εξής: 1920=1.539 1928=1.377 1940=2.579 1951=1.290 1961=1.431 1971=1.163 1981=982 1991=943 2001=833 2011=898
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Τηλέμαχος Τσελεπίδης : «Νευροκόπι. συνοπτικό ιστορικό χρονικό 1850-1913» ανέκδοτη έρευνα Δράμα
- ΓΕΣ/ΔΙΣ Επίτομη ιστορία του Ελληνοϊταλικού και Ελληνογερμανικού πολέμου 1940-1941 Αθήνα 1985
- Άγγελος Τερζάκης: «Εποποιία 1940-41» Αθήνα
- Σπύρος Ζερβός: «1940» άρθρο
- Νικόλαος Θ. Σχινάς: «Οδοιπορικαί σημειώσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, νέας οροθετικής γραμμής και Θεσσαλίας συνταχθείσαι τη εντολή του επί των στρατιωτικών υπουργού” Αθήναι 1886
- Φώτης Τριάρχης: «Ιστορία του νομού Δράμας» εκδόσεις Ε. Παπαδόπουλου Καβάλα 1969
- Θεόφιλος Αθανασιάδης : «Ημερολόγιο Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης 1931» Δράμα 1930
- Δραμινά Χρονικά τόμος 1980 έκδοση Νομαρχία Δράμας
- Βασιλείου Λαούρδα : «Η Μητρόπολις Νευροκοπίου 1900-1907. Εκθέσεις των μητροπολιτών Νικοδήμου και Θεοδώρητου» Θεσ/νίκη 1961
- D. M. Brancoff : «La Macedoine et sa population Ghretienne» Paris 1905
- Πρωινός Τύπος φύλλο 8530 3.11.2005